“Kανείς δε γίνεται γελοίος με τα χαρακτηριστικά που έχει,
αλλά με τα χαρακτηριστικά που προσποιείται ότι έχει.”
Σ. Καργάκος

γράφει ο Γιάννης
Αν δεν ήταν η ορειβασία ούτε το Blog ούτε η παρέα θα υπήρχαν το πιθανότερο.Η ορειβασία λοιπόν μας «ένωσε». Ο καθένας μας όμως βρέθηκε εκεί για τους δικούς του λόγους. Θα σας πω, λοιπόν, για τους δικούς μου.
Την ορειβασία δεν την είδα ποτέ σαν άθλημα κι αυτό βέβαια γιατί χέστηκα για τον αθλητισμό. Άλλωστε, ο αθλητισμός (έτσι όπως κατάντησε στις μέρες μας) περισσότερο αποστροφή μου δημιουργεί, παρά έλξη. Η ορειβασία λοιπόν, είναι και ήταν ένας από τους τρόπους να είμαι κοντά σε αυτά που γουστάρω πιο πολύ, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Το τζερτζελέ, τη μάσα, την καλοπέραση, το χαβαλέ, τη βαβούρα και τις άφθονες εξάρσεις γέλιου. Κι όταν όλα αυτά διαδραματίζονται σε ένα απομονωμένο (από την παρουσία των άλλων) τοπίο, μακριά από χώρους ελεγχόμενης συμπεριφοράς, ο χαβαλές κι η πλάκα κορυφώνονται και το «θαύμα» συντελείται. Είναι δύσκολο όμως να περιγραφεί. Για να το καταλάβεις πρέπει να το έχεις ζήσει.
Χωρίς τη ματαιοδοξία της καθημερινότητας κι απαλλαγμένος από όλα τα μικρά κι ασήμαντα που βαραίνουν την αφόρητα βαρετή ρουτίνα της πόλης, πετάω όλα τα άγχη και τα «φίλτρα συμπεριφοράς» στα σκουπίδια κι εστιάζω στον πραγματικό μου εαυτό.Εκεί που το γέλιο σε πνίγει και δυσκολεύεσαι να διατηρήσεις το ρυθμό της αναπνοής σου, εκεί που το σώμα σου (ανίκανο πια για οποιαδήποτε φυσική αντίδραση) έχει παραλύσει από τα γέλια και την κούραση, και βρίσκεσαι ξαπλωμένος ανάσκελα στο «απέραντο λευκό» βλέποντας τον ουρανό, αρχίζεις σταδιακά να συνειδητοποιείς τη ματαιότητα (ή και τη γελοιότητα) της ύπαρξης. Εκεί, μέσα στη γαλήνη των βουνών, απελευθερωμένος από κομφορμιστικές συμπεριφορές, καθωσπρεπισμούς και άχρηστους κοινωνικούς κανόνες, κατεβάζεις τους διακόπτες και προσεγγίζεις πιο εύκολα το είναι σου. Το δικό σου και των άλλων.
Έτσι η ορειβασία – τα βουνά ήταν μια ακόμα ευκαιρία να δω και να νοιώσω όλα αυτά – να καλύψω την ανάγκη μου. Μια ευκαιρία να πλανευτώ και να γελάσω, να πιστέψω ότι ζω πραγματικά, ότι οι μέρες που περνάνε καταγράφουν κάτι αξιόλογο στο βιβλίο χαράς της μνήμης μου... (κατά Χάρη, score book). Κι όταν μια μέρα θα το διάβαζα, θα έλεγα ότι άξιζε τελικά, ακόμα και μόνο για τις στιγμές γέλιου που κατέγραψε, κι ας μην είχε καμία σοβαρότητα. Με τόσες ψυχοθεραπευτικές ιδιότητες, τί να την κάνεις τη σοβαρότητα;

Η ανάγκη αυτή για διαρκή διακωμώδηση, αυτοσαρκασμό, χαβαλέ κι επαφή με τη γελοία ανθρώπινη πλευρά μας, ξεκινάει από την παιδική ηλικία, και δυστυχώς όσο περνάνε τα χρόνια, (για κοινωνικούς κυρίως λόγους) πρέπει υποτίθεται, όλο και περισσότερο να καταπνίγεται. Ευτυχώς όμως, δε συμβαίνει κάτι τέτοιο. Στόχος μου τότε (αλλά και τώρα, το παραδέχομαι) ήταν να βρίσκομαι με φίλους μου και να «χαβαλεδιάζω όλη την ώρα», όπως έλεγε η μαμά μου, εννοώντας κάτι σαν τον απίστευτο χαβαλέ (με απανωτούς οργασμούς γέλιου) που κάνουμε με το Χρήστο τον κουβά (αλήθεια, πόσο κοντά στο στόχο έρχομαι μαζί σου... το περισσότερο που θυμάμαι τα τελευταία χρόνια∙ σ’ ευχαριστώ για την ευκαιρία Χρήστο, αν δεν το ξεκινούσες δεν θα το συνέχιζα...).
Μεγαλώνοντας η ανάγκη παρέμεινε ίδια. Δεν «εμπλουτίσθηκε» ποτέ και με κανένα ιδεολογικό υπόβαθρο, γιατί πολύ απλά, δεν χρειάστηκε! Άλλωστε οι ιδεολογίες συνήθως καταπιέζουν ή καθοδηγούν. Επίσης η ανάγκη μου αυτή ποτέ δεν σχετίστηκε με την επιλογή επαγγέλματος, γιατί πιστεύω ότι «δουλειά» και «διασκέδαση» πολύ δύσκολα συνδυάζονται. Άλλωστε, όπως και να το κάνεις, οτιδήποτε μπλέκει με χρήματα, χάνει τον αληθινό του χαρακτήρα και την αυθεντικότητά του.

Κάποτε, (ενώ ήμουν σε άθλια ψυχολογική κατάσταση) αποφάσισα να πάω για ορειβασία, έτσι για ν’ αλλάξω παραστάσεις. Ενώ το πρωί ξεκίνησα έτοιμος να κλάψω, το βράδυ γύρισα σπίτι χαχανίζοντας φορώντας το γνωστό ηλίθιο χαμόγελο ικανοποίησης.
Η συνορειβατική ατμόσφαιρα, είχε κάνει για ακόμα μια φορά το θαύμα της, σημειώνοντας ένα ακόμα τρίποντο στο S.B. Μπορεί στα μέρη αυτά να μη νοιώθει κανείς την ανάγκη να μείνει μόνος ή να μην νοιώσει ποτέ μόνος, ακόμα κι αν έχει την τάση να το κάνει. Οι συνορειβάτες σου, μπορεί να κάποτε να σε κουράσουν ή να γίνουν ακόμα κι ενοχλητικοί. Ένα είναι σίγουρο όμως. Δεν πρόκειται ποτέ να σε αφήσουν «μόνο».

Κάπως έτσι λοιπόν, βρέθηκα τον Νοέμβριο του 2004 στον ΑΟΣ. Από τότε μέχρι σήμερα η «ανάγκη μου» πήρε και μια άλλη διάσταση. Ο πραγματικός χαβαλές άρχισε να είναι άρρηκτα συνδεδεμένος και με πρόσωπα. Πρόσωπα, που αποτελούν τώρα πια μια άλλη-παράλληλη ανάγκη. Πρόσωπα των οποίων η ανάγκη έγινε εξάρτηση. Άλλη μια εξάρτηση για μένα. Δύσκολα πια διαχωρίζεις την ανάγκη από την πηγή της ευχαρίστησης του γέλιου. Παράλληλα όμως, το να μοιράζεσαι το ταξίδι, τις σκέψεις, το νερό, τις σοκολάτες, το τσίπουρο, το ξηροκάρπι και τα κωλόχαρτα μεγαλώνει την χαρά, την ικανοποίηση, το δέσιμο με τους συνταξιδιώτες. Μοιρασμένη χαρά διπλή χαρά, λέει σοφά η λαϊκή ρήση. Ποιος θα αμφισβητήσει, άλλωστε, ότι οι μνήμες των ταξιδιών μας κατακλύζονται από στιγμές απύθμενης βλακείας και τρελής πλάκας όπου πρωταγωνιστεί το γκρουπούσκουλο της G9 και τα τοπία παίζουν δευτερεύοντα ρόλο – είναι απλά σκηνικά; Η ίδια εκδρομή, το ίδιο μέρος, μπορεί να αφήνουν στη μνήμη μια εντελώς διαφορετική αίσθηση αν αλλάξουν τα πρόσωπα με τα οποία τα μοιράζεσαι. Αυτονόητο, θα πείτε...

Είναι, όμως, τόσο ωραίο να νιώθεις ότι οι συνταξιδιώτες σου κουβαλάνε μέσα τους την ίδια χαρά, την ίδια τρέλα, την ίδια «ηλιθιότητα», την ίδια γελοία διάθεση, και δεν είσαι πια ο παράξενος τύπος που «γουστάρει» τόση πολλή πλάκα. Να νιώθεις ότι είσαι κάπου που σε καταλαβαίνουν, να ανήκεις κάπου... Να έχεις τους (παρ’ τον ένα, χτύπα τον άλλο) συνορειβάτες σου! Να γνωρίζεις τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά του καθένα και να γελάς με αυτά. Κι ο καθένας, να βάζει το δικό του λιθαράκι στο οικοδόμημα του χαβαλέ.

Μπορεί το χρονικό διάστημα από εκείνον το Νοέμβρη μέχρι σήμερα να είναι σχετικά μικρό, όμως οι σχέσεις που δημιουργήθηκαν (μαζί κι οι εξαρτήσεις) μοιάζουν με αυτές παλιών καλών φίλων. Ο χρόνος στις «ορειβατικές» σχέσεις μετράει αλλιώς, άλλωστε...
Δεν θα μπορούσα να φανταστώ εκείνη τη μέρα, βλέποντας π.χ. το Χάρη με το σκούρο κουστουμάκι και το σοβαρότατο του ύφος, πόσο «χάβαλος» ήταν πραγματικά....
Δεν θα μπορούσα να φανταστώ εκείνη την ημέρα, στην πρώτη σοβαροφανέστατη συνάντηση μας στον ΑΟΣ (άγνωστοι μεταξύ αγνώστων), τι πλάκα θα ακολουθούσε μετά....
______________________________________
Άραγε, θα τελειώσει ποτέ αυτό το τζέρτζελο;
Εύχομαι να μην έρθει ποτέ εκείνη η μέρα...

Posted by Yannis Pappas , 26.07.06