
Ένα βουνό εντυπωσιάζει, προκαλεί αίσθηση και η σκέψη να το ανέβουμε προκαλεί «φόβο» γιατί είναι απότομο, γιατί έχει μια διαδρομή εξαιρετικά δύσκολη, γιατί έχει χιόνι και πάγο, γιατί έχει μεγάλο υψόμετρο, γιατί είναι εκτεθειμένο σε χιονοστιβάδες, σε λιθοπτώσεις και σε απρόσμενες κακοκαιρίες, γιατί ο βράχος είναι σαθρός κτλ.
Και όταν αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος ενός βουνού απομένει ν' αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο ενός άλλου (που είναι διαφορετικός) τον κίνδυνο του πάθους προς το βουνό. «Απ' τη στιγμή που θ' αρπάξεις την "αρρώστια του βουνού" δεν μπορείς πια να σταματήσεις» θα πούνε πιο καθαρά κάποιοι.
Σκέφτομαι τον τρόμο των πρώτων ανθρώπων μπροστά στην εμφάνιση του βουνού. Σκέφτομαι τους ενδοιασμούς των πρώτων αλπινιστών που νίκησαν τις Άλπεις. Και σκέφτομαι τη μεγάλη τους ευτυχία αφού υπερνίκησαν τους ενδοιασμούς. Όμως, το βουνό, ακόμα και στο επίπεδο του ασυνείδητου, παραμένει πάντα το βασίλειο του φόβου.

Ο «φόβος του κενού» είναι ο πιο χειροπιαστός αλλά και ο πιο αποτελεσματικός από τους φόβους του αναρριχητή. Υπερνικώντας τον, αυτός μιλά για τη μέθη του κενού, γιατί του δημιουργεί για ευχάριστη μεθυστική σιγουριά.
Το σχοινί και η ασφάλειες είναι ό,τι καλύτερο έχει εφεύρει ο άνθρωπος μέχρι τώρα για να κυριαρχεί σ' αυτό το «φόβο του κενού» χωρίς να διακινδυνεύει πολύ. Αλλά, πρέπει να προσέχει να μην μπλέξει με υπερβολικά «κόλπα» εάν δεν θέλει να εκμηδενίσει τελείως τον κίνδυνο.
Στην τεχνητή αναρρίχηση, όπως είναι γνωστό, τείνουμε ν' αντικαταστήσουμε το φόβο με την κούραση. Τοποθετώντας, για παράδειγμα, τα γκολό το ένα μετά το άλλο, ο κίνδυνος σχεδόν εκμηδενίζεται. Και μ' αυτό δολοφονούμε τον αλπινισμό, όπως έχει ειπωθεί από πολλές πλευρές.
Ξεπερνώντας αυτό τον αόριστο φόβο αισθάνεσαι ευχαριστημένος από τον εαυτό σου («κυρίαρχο του κόσμου», όπως είπε κάποιος). Αισθάνεσαι ευτυχισμένα ήρεμος. Για να κυριαρχείς στο φόβο χρειάζονται κουράγιο, δύναμη, εξυπνάδα, αποφασιστικότητα. Και έτσι γεννιέται αυτό το φανταστικό παιχνίδι του αλπινισμού.
Ο Αλπινιστής δεν είναι ένας τρελός σε αναζήτηση ενός τρόπου να σπάσει το σβέρκο του. Αντίθετα, είναι ένας εξαιρετικός υπολογιστής, (λίγοι αντέχουν για πολύ) ο οποίος αποφεύγει τις διαδρομές εκτεθειμένες σε χιονοστιβάδες ή σε σαθρό βράχο.

Την «αληθινή χαρά» του αλπινισμού είναι πιο εύκολο να τη νοιώσει ένας νεοφώτιστος, παρά ένας παλαίμαχος αναρριχητής. Στις κορυφές ένας πρωτάρης είναι συγκινημένος μέχρι δακρύων. Έχει ξεπεράσει το φόβο, τον νίκησε. Υποβόσκουσες και λανθάνουσες ανησυχίες «πτώσεων», ατυχημάτων, θανάτου έχουν ξεπεραστεί. Είναι μια αίσθηση ίσως ακαθόριστη. Στην καλύτερη περίπτωση ανακαλύπτει στο σχοινοσύντροφό του σαν ένα νέο μεγάλο φίλο που ήπιε και αυτός από το ίδιο ποτήρι. Μα μέσα δεν υπήρχε άλλο από το ναρκωτικό του φόβου.
Η μετακίνηση, από τους πιο εύκολους βαθμούς στους ανώτερους στους οποίους στοχεύει ο εθισμένος αλπινιστής δεν είναι μόνο αποτέλεσμα μιας καλύτερης γνώσης της τεχνικής αλλά και η μυστική (ανομολόγητη) ανάγκη να αντιμετωπίσει και να νικήσει ένα φόβο πιο μεγάλο.
Ο Cesare Maestri ο άφοβος που όλοι γνωρίζουμε, στο βιβλίο «Η αράχνη των Δολομιτών» βεβαιώνει: όσον αφορά το φόβο, τον έχω και μάλιστα πολύ. Ο φόβος είναι το θερμόμετρο του κουράγιου. Ένας άνθρωπος χωρίς φόβο είναι μόνο ένας απερίσκεπτος γιατί κουράγιο σημαίνει να γνωρίζεις, να νικάς το φόβο, όχι να μην τον έχεις. Μπορώ πάντως να πω ότι στην καριέρα μου δεν έχω ποτέ κυριευτεί από πανικό, που είναι ένας φόβος μη ελεγχόμενος. Ένας άνθρωπος πανικόβλητος δεν αυτοελέγχεται και αυτό φέρνει μοιραία την καταστροφή. Ένας άνθρωπος προετοιμασμένος ελέγχει το φόβο και τον νικά. Ακόμα ο Maestri, μπροστά στο Cerre Torre, δεν διστάζει να πει: «Ήταν πανέμορφο, τρομακτικό και ταυτόχρονα συναρπαστικό». Μ' αυτές τις λίγες λέξεις εντοπίζει το μεγάλο ερώτημα. Το βουνό προκαλεί φόβο, πανικοβάλει αλλά είναι πανέμορφο και γι' αυτό συναρπάζει. Αξίζει τον κόπο ν' απασχολήσουμε το κουράγιο μας και να παλέψουμε. Στους καλύτερους αναρριχητές, ο φόβος δεν είναι περισσότερο φανερός αλλά συνεχώς συντροφεύει τις ενέργειες του αλπινιστή όπως μια μουσική υπόκρουση. Δίεδρα, πλάκες, σχισμές, καμινάδες, στέγες. Ο αναρριχητής βρίσκεται στον παράδεισο του. Παράδεισος γιατί; Μα γιατί συναντά τη δυνατότητα να νικήσει εκείνο το φόβο που απώθησε αμείλικτα τους περισσότερους και μόλις και μετά βίας άφησε να περάσει αυτός.
Το να εξηγήσουμε την «υπερνίκηση του φόβου» δεν είναι εύκολο, δεν εξαντλείται εύκολα. Αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι αποτελεί την κινητήρια δύναμη όλου του αλπινισμού ενός επιπέδου.
Πολλοί αλπινιστές που δεν τα έχουν καλά με τη φιλοσοφία δεν ξέρουν γιατί σκαρφαλώνουν και πολλοί από τους καλούμενους «μεγάλους» δεν εξαιρούνται. Αρκετοί πιστεύουν ότι είναι καλύτερα να πορεύονται στο σκοτάδι. Αυτοί φτάνουν να ισχυρίζονται ότι αν ήξεραν γιατί σκαρφαλώνουν, πιθανό δεν θα ξαναπήγαιναν στο βουνό. Ο Αλπινισμός, αντίθετα, είναι μια πρόκληση στον κίνδυνο και πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε.

Η αθλητική ανάγκη για αγώνα και συναγωνισμό (με το ηρωικό στοιχείο), η ομορφιά και το μεγαλείο του βουνού δεν έχει κάτι το υπερφυσικό, η ζωντανή σχέση φιλίας ανάμεσα σε άτομα που διακινδυνεύουν με τρόπο λίγο πολύ ίδιο, το κίνητρο της φυσιολατρίας και εκείνο της εξερεύνησης απομακρυσμένων περιοχών, η ακόμη της γνώσης του κόσμου και των εαυτών μας, η εκτόνωση των επιθετικών ενστίκτων σύμφυτων με την ανθρώπινη φύση, η ελκυστικότητα της δημοσιότητας που συνεπάγεται μια ανάβαση επιπέδου, η τελειοποίηση, φυσική και ψυχική, στην οποία προσδοκούν οι καλύτεροι μέσα από τη δράση, δεν παρουσιάζονται παρά σα δευτερεύουσες αιτιολογίες. Μπορούν να υπάρχουν ή να μην υπάρχουν.
Η δύσκολη αναρρίχηση, αντίθετα, ορίζεται σαν πρόκληση στον κίνδυνο. Υπάρχουν πολλές αναλογίες με το φόβο και το κουράγιο που προκαλούν η θάλασσα ή ο ουρανός, έτσι για να προβάλουμε δυο παραδείγματα.
Ο Αλπινισμός επιπέδου είναι τελικά για όλους, πάνω απ' όλα η θέληση της υπερνίκησης του φόβου με το δικό μας θετικό κουράγιο (και γι΄ αυτό με τον καιρό θέλουμε να την υποβάλουμε συνεχώς υπό δοκιμή).
Κείμενο άγνωστου συγγραφέα, με τίτλο:
"Η υπερνίκηση του φόβου στο βουνό"
δημοσιευμένο στο site του Ε.Ο.Σ. Αθηνών